Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2009

Ελπιδα Σοφια Αγαπη


Μια φορά η Σοφία κυνηγούσε την Πίστη, την Αγάπη και την Ελπίδα που έτρεχαν ελεύθερες στο σύμπαν. «Πάμε μια βόλτα στη γη»; τους είπε σε μια στιγμή, έτσι γι’ αστείο. Κι εκείνες το πήραν σοβαρά και ντύθηκαν στα άσπρα. Έβαλαν και λουλούδια στα μαλλιά και φόρεσαν το καλύτερο χαμόγελό τους. Και κατέβηκαν να γνωρίσουν τον άγνωστο πλανήτη… Μόνο που…δεν άντεξε η φύση τους τις ανάσες των πλασμάτων που τον κατοικούν. Και με το που άρχισαν το διάβα τους στη γη, με κάθε βήμα άφηναν κι ένα στεναγμό. Σιγά σιγά…άρχισαν να γίνονται διάφανες, ανίκανες να μεταδώσουν τη λάμψη τους. Τα στοιχειά του εδώ, δεν δέχονται έννοιες καθαρές… Έκτοτε, προχωρούν αμίλητες, σκοντάφτοντας σε ξέρες, με ρούχα σκισμένα και ζαρωμένα μάγουλα. Τα φτερά τους ξεχασμένα σε σκοτεινές σπηλιές, η καρδιά τους στάζει δάκρυ… Μόνο κάτι παιδιά που πήραν το όνομά τους απ’ αυτές χαμογελούν τη μέρα ετούτη. Ίσως γιατί μέσα απ’ το βλέμμα το αγνό, κάποτε αναγεννηθούν εκείνες οι έννοιες που θα κάνουν τον κόσμο να κινείται αρμονικά… Ουτοπία, θα μου πεις…μα… …η Ελπίδα πεθαίνει τελευταία, κάπου έχω ακούσει… Χρόνια τους Πολλά…

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΧΑΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ






ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΧΑΜΕΝΑ ΟΝΕΙΡΑ.. ΜΟΝΟ ΕΚΕΙΝΑ ΠΟΥ ΕΣΥ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕΣ.

“Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.
Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι‘ αυτό που αξίζουν, αλλά γι‘ αυτό που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο.. θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως.
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν.
Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου.
Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος.
Θα ζωγράφιζα μ‘ ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη.
Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ‘ αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους…
Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή…
Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ
. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται!
Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.
Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους… Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.
Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.
Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί
. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ‘ αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.
Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι.
Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ‘ έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ‘ αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ‘ έβλεπα να βγαίνεις απ‘ την πόρτα, θα σ‘ αγκάλιαζα και θα σου ‘δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά.
Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ‘ έβλεπα, θα έλεγα “σ‘ αγαπώ” και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη.
Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μάς δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ‘θελα να σου πω πόσο σ‘ αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς.
Γι‘ αυτό μην περιμένεις άλλο, κάντο σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία.
Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις
“συγνώμη“,
“συγχώρεσέ με“,
“σε παρακαλώ“,
“ευχαριστώ”
κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.
Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις.
Ζήτα απ‘ τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.
Στείλε αυτό το μήνυμα σε όποιους θέλεις.
Αν δεν το κάνεις σήμερα, αύριο θα είναι όπως και χθες.
Κι αν δεν το κάνεις ποτέ, δεν πειράζει.
Ξεκίνα να κάνεις πράξη τα όνειρά σου..»

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

H Ψυχη Και ο Ερωτας.

Υπήρχε κάποτε μια κοπέλα, κόρη ενός βασιλιά, που το όνομα της ήταν Ψυχή.
Η εξωτερική αλλά και εσωτερική ομορφιά της ήταν τόσο μεγάλη που όλοι οι άντρες την αγαπούσαν και τη λάτρευαν σαν θεά.
Η Αφροδίτη, που είδε πως μια νεαρή θνητή κερδίζει το θαυμασμό των αντρών, αποφάσισε να την τιμωρήσει...
Στέλνει το γιο της, τον Έρωτα, να την κάνει να ερωτευτεί τον πιο άσχημο άντρα του κόσμου.
Όμως κι ο ίδιος ο Έρωτας θαμπώθηκε τόσο πολύ από την ομορφιά της που την ώρα που ετοιμαζόταν να της ρίξει το βέλος του,τρυπήθηκε και την ερωτεύτηκε ο ίδιος.
Όταν η Αφροδίτη έμαθε το λάθος του γιού της, έριξε η ίδια ένα ξόρκι στην Ψυχή να μην την ερωτευτεί ποτέ κανείς.
Καθώς ο καιρός περνούσε και οι γονείς της έβλεπαν πως κανένας δεν τη ζητά σε γάμο ζήτησαν τη συμβουλή του μαντείου.
Η απάντηση που πήραν ήταν πως η ομορφιά της Ψυχής είναι τόσο μεγάλη, που δεν προορίζεται για ανθρώπινο ον.
Κι ότι ο άντρας της την περιμένει στην κορυφή του βουνού.
Παρόλο που όλοι πίστεψαν πως η μοίρα της Ψυχής είναι να παντρευτεί ένα τέρας, δεν μπόρεσαν να κάνουν διαφορετικά και την έστειλαν να βρεί τον άντρα της.
Όταν έφτασε στο βουνό ο Ζέφυρος τη μετέφερε σ' ένα πλούσιο παλάτι κι όταν έπεσε η νύχτα την επισκέφτηκε ο άντρας της για πρώτη φορά.
Δέν μπορούσε να τον δεί, αλλά η φωνή του και τα λόγια αγάπης που της έλεγε την έπεισαν ότι δεν είναι τέρας.
Κάθε βράδυ ερχόταν ο μυστηριώδης άντρας της, και πριν ξημερώσει έφευγε.
Παρόλο που η Ψυχή θέλησε να τον δει, αυτός της απαγόρευσε να μάθει ποιος είναι.
Ακόμα κι έτσι όμως,η Ψυχή ήταν ευτυχισμένη και ερωτευμένη μαζί του.
Κάποτε η Ψυχή επισκεφτηκε την οικογένεια της.
Οι αδελφές της από ζήλεια για την περιποίηση που είχε από τον άντρα της, την έπεισαν ότι στην πραγματικότητα παντρεύτηκε ένα τέρας.
Όταν επέστρεψε στο παλάτι και έπεσε η νύχτα, ο άντρας ήρθε και πάλι να κοιμηθεί μαζί της.
Όμώς, καθώς αυτός κοιμόταν, η Ψυχή πήρε ένα λυχνάρι και το άναψε για να δει ποιος είναι ο σύζυγός της.
Ήταν ο Έρωτας...
Χαρούμενη από την αποκάλυψη έχυσε κατά λάθος λίγο λάδι από το λυχνάρι πάνω του κι ο Έρωτας ξύπνησε και έφυγε πετώντας, προδωμένος από την αγάπη του.
Ξαφνικά το πλούσιο παλάτι εξαφανίστηκε.
Η Ψυχή δεν μπορούσε να πιστέψει ότι έχασε τον αγαπημένο της τη στιγμη που τον βρήκε.
Αποφάσισε να κάνει τα πάντα για να βρει τον Έρωτα και να ζητήσει συγγνώμη.
Περιπλανήθηκε για πολλές μέρες πάνω στη γη ψαχνοντας ένα τρόπο να τον προσεγγίσει, αλλά δεν τον βρήκε πουθενά.
Τελικά κατάλαβε πως πρέπει να παρακαλέσει την Αφροδίτη να μεσολαβήσει για να την συγχωρέσει ο γιος της.
Η Αφροδίτη όμως ήταν πλέον διπλά οργισμένη μαζί της αφού έγινε πλέον η αιτία να πικραθεί το παιδί της.
Όσο κι αν την παρακάλεσε η Ψυχή , η θεά είχε σκοπό να ταλαιπωρήσει τη δύστυχη κοπέλα.
Της ζήτησε να περάσει τρεις δοκιμασίες για ν' αποδείξει την αγάπη της.
Η πρώτη ήταν να ξεχωρίσει ένα σωρό από διάφορα σιτηρά και όσπρια μέσα σ' ένα βράδυ.
Μια στρατιά από μυρμήγκια λυπήθηκαν την κοπέλα και μέχρι το πρωί τη βοήθησαν να τα ξεχωρίσει.
Η δεύτερη δοκιμασία ήταν να φέρει ένα δείγμα από το χρυσό μαλλί από τα πρόβατα που ζούσαν σ' ένα δάσος πέρα από ένα ποτάμι.
Καθώς η Ψυχή πλησίαζε,
οι Ναϊάδες που κατοικούσαν στο ποτάμι της είπαν να περιμένει να πέσει ο ήλιος και να μαζέψει το μαλλί που θα πιαστεί στους θάμνους που θα κοιμηθούν τα πρόβατα.
Η Αφροδίτη δεν το πίστευε πως η Ψυχή τα κατάφερε πάλι κι έτσι της ανέθεσε μια ακόμη πιο δύσκολη αποστολή...
Να κατέβει στον Άδη και να ζητήσει από την Περσεφόνη λίγη από την ομορφιά της σ' ένα κουτι!
Η απέλπισμένη Ψυχή σκέφτηκε πως μόνο άν αυτοκτονήσει θα μπορέσει να κατέβει στον Άδη κι ανέβηκε σ' ένα πύργο για να πέσει κάτω.
Όμως ο Έρωτας που την είχε συγχωρέσει και την παρακολουθούσε, της ψιθύρισε τις οδηγίες για να κατέβει στον Άδη ζωντανή και την συμβούλεψε να μην ανοίξει το κουτί.
Η Ψυχή κατάφερε τελικά να πάρει λίγη από την ομορφιά της Περσεφόνης αλλά καθώς επέστρεφε στην Αφροδίτη θέλησε να κρατήσει λίγη από την θεϊκή ομορφιά για να ευχαριστήσει τον αγαπημένο της.
΄Οταν άνοιξε το κουτί , από μέσα του ξεπήδησε ένας αιώνιος ύπνος και η Ψυχή έπεσε στη γη.
Ο Έρωτας τρόμαξε για την αγαπημένη του έτρεξε να την βοηθήσει.
Την ξύπνησε μ' ένα φιλί και την πήρε πετώντας μαζί του στον Όλυμπο όπου έζησαν για πάντα ερωτευμένοι....
.•°*”˜

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2009

κανε την ζωη σου να μοιαζει με ονειρο


Οι παλιες αγαπες πεθαινουν...
Πεθαινουν και πανε στον παραδεισο καθαγιασμενες,εξωραισμενες,καταξιωμενες....
μεσα σε συννεφα νοσταλγιας που ακουραστα μνημονευουν την τη δοξα τους και την ανεπαναληπτη ομορφια τους...

ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ ΠΑΝΕ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΝΑΣΤΑΙΝΟΝΤΑΙ ΠΟΤΕ ΠΙΑ...ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΣΩΜΑ ΠΟΥ ΤΙΣ ΓΕΝΝΗΣΕ....ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΦΥΛΑΝΕ ΣΤΑ ΣΥΡΤΑΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ!!!!